- ἐυκλειής
- εὐκλεήςof good reportmasc/fem nom sg (epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ευκλειής — εὐκλειής, ές, ιων. και επικ. τ. τού εὐκλεής (Α) βλ. ευκλεής … Dictionary of Greek
Εὐκλείης — Εὐκλέης masc nom sg (epic) Εὐκλεία good repute fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐκλείης — εὔκλεια good repute fem gen sg (epic ionic) εὔκλεια good repute fem gen sg (epic ionic) εὐκλεής of good report nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐυκλείης — εὔκλεια good repute fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ευκλεής — ές (ΑΜ εὐκλεής, ές, Α ποιητ. τ. εὐκλειής, επικ. τ. ἐϋκλειής) αυτός που έχει καλή φήμη, ένδοξος, ονομαστός, περίφημος (α. «οὐ μάν ἧμιν ἐϋκλεὲς ἀπονέεσθαι» δεν είναι ένδοξο για μάς να αποπλεύσουμε, Ομ. Ιλ. β. «εὐκλέα γλῶσσαν» τραγούδι που υμνεί τη… … Dictionary of Greek
ԲԱՐԵՓԱՌ — (ի, աց.) NBH 1 458 Chronological Sequence: Unknown date, 6c, 7c, 8c, 10c, 13c ա. εὕδοξος, εὑκλειής, κλεινός, εὑδαιμονῶν gloriosus, honorificus, inclytus, celebris, illustris, felix, beatus Մեծափառ, քաջափառ, փառացի. պանծալի. բարեհռչակ. պատուական,… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)